ΕΞΗΡΕΥΞΑΤΟ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΛΟΓΟΝ ΑΓΑΘΟΝ: Κυριακή μετά τα Φώτα «Μετανοείτε γιατί έφτασε η βασιλεία του Θεού» Κύριο

14 Ιαν 2018
ΕΞΗΡΕΥΞΑΤΟ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΛΟΓΟΝ ΑΓΑΘΟΝ:  Κυριακή μετά τα Φώτα «Μετανοείτε  γιατί έφτασε η βασιλεία του Θεού»

Αγαπητοί μου αδελφοί,

Κυριακή σήμερα, η πρώτη ουσιαστικά μετά την

μεγάλη εορτή των Θεοφανείων και οι Πατέρες της Αγίας μας Εκκλησίας, καθιέρωσαν από παλιά να διαβάζεται στους ναούς μας, κατά τη Θεία Λειτουργία, το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα που κι εμείς ακούσαμε. Το Ανάγνωσμα είναι παρμένο από το Ευαγγέλιο του Ματθαίου και συγκεκριμένα από το τέταρτο κεφάλαιο και τους στίχους 12 με 17. Πριν όμως εμβαθύνουμε στο περιεχόμενό του, ας το διαβάσουμε ξανά στη δική μας καθημερινή γλώσσα, ώστε να το κατανοήσουμε καλύτερα και έτσι να μεγιστοποιήσουμε το πνευματικό μας όφελος από αυτό.

Γράφει λοιπόν, ο Άγιος Απόστολος και Ευαγγελιστής Ματθαίος: «Εκείνο τον καιρό, όταν έμαθε ο Ιησούς πως συνέλαβαν τον Ιωάννη, έφυγε για τη Γαλιλαία. Εγκατέλειψε όμως τη Ναζαρέτ και πήγε κι έμεινε στην Καπερναούμ, πόλη που βρίσκεται στις όχθες της λίμνης, στην περιοχή των φυλών Ζαβουλών και Νεφθαλείμ. Έτσι πραγματοποιήθηκε η προφητεία του Ησαΐα που λέει: “Η χώρα του Ζαβουλών και η χώρα του Νεφθαλείμ, εκεί που ο δρόμος πάει για τη θάλασσα και πέρα από τον Ιορδάνη, η Γαλιλαία που την κατοικούν ειδωλολάτρες, οι άνθρωποι που κατοικούν στο σκοτάδι είδαν φως δυνατό. Και για όσους μένουν στη χώρα που τη σκιάζει ο θάνατος, ανέτειλε ένα φως για χάρη τους”. Από τότε άρχισε κι ο Ιησούς να κηρύττει και να λέει: “Μετανοείτε γιατί έφτασε η βασιλεία του Θεού”.» (Ματθαίου, κεφάλαιο 4, στίχοι 12-17).

Τα γεγονότα που ακολούθησαν μετά τη Βάπτιση του Κυρίου μας, μνημονεύει το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα. Αρχικά τη σύλληψη του Ιωάννου του Βαπτιστού από τον Ηρώδη Αντύπα, εξ’ αιτίας του δημόσιου ελέγχου που του άσκησε ο Προφήτης, για την ανήθικη και ακόλαστη ζωή του. Τη φυγή του Κυρίου μας Ιησού Χριστού από την Ιουδαία και την επιστροφή Του στην Ναζαρέτ, την πόλη που μεγάλωσε, όπου εκεί όπως γνωρίζουμε όχι απλά δεν έγινε δεκτός, αλλά οι ίδιοι οι έως τότε συμπατριώτες του, αποπειράθηκαν να τον λιθοβολήσουν. Την εγκατάσταση Του τελικά στην πόλη της Καπερναούμ, στην παραθαλάσσια πολίχνη της Γαλιλαίας “των Εθνών”, την οποία κατοικούσαν ως επί τω πλείστον ειδωλολάτρες. Και τέλος, την έναρξη -από αυτήν την “δύσκολη” περιοχή, στην οποία βασίλευε το “σκοτάδι” και σκίαζε ο “θάνατος” - της δημόσιας διδασκαλίας Του, που ξεκίνησε σαν συνέχεια του κηρύγματος του Προδρόμου, με την πρόσκληση σε μετάνοια, υπό το πρίσμα της έλευσης της Βασιλείας του Θεού.

Συλλήψεις και φυλακίσεις, διώξεις και βία, σκοτάδι και θάνατος. Δύσκολα, όπως καταλαβαίνουμε από τα παραπάνω, τα πρώτα βήματα της “Βασιλείας του Θεού” στον “σκοτεινό” και “θνητό” κόσμο των ανθρώπων. Και είναι βέβαια πολύ λογικό αυτό, μια που ότι έρχεται στη ζωή, γεννιέται μικρό και αδύναμο, βιώνοντας πόνο και οδύνη. Και δεν θα μπορούσε να αποτελέσει και το κήρυγμα της Βασιλείας του Θεού, εξαίρεση από τα ανθρώπινα, μια που σ’ αυτούς τους ανθρώπους, τους “αυτοεξόριστους” από την κοινωνία αγάπης της Εδέμ, απογόνους του Αδάμ, απευθύνεται.

Κάποιοι περίμεναν (και δυστυχώς περιμένουν ακόμα) αυτήν την έλευση τελείως διαφορετική, ένδοξη και λαμπρή, δυναμική και αδιαμφισβήτητη, γι’ αυτό και καταναγκαστική και ανελεύθερη. Μια τέτοια έλευση, θα έκανε ίσως πιο εύκολη την αποδοχή της από τους ανθρώπους, που θα αντίκριζαν απέναντί τους έναν Θεό-δυνάστη, που θα τον έθεταν στη συνείδησή τους ως έναν Θεό-τύραννο, επιβάλλοντα μεν το “αγαθό” (με το “στανιό”), ποδοπατώντας δε την ανθρώπινη ελευθερία και θέληση.

Μια τέτοια έλευση όμως, δεν θα μπορούσε να ταιριάζει στο Θεό μας. Γιατί ο δικός μας Θεός είναι πρωτίστως Πατέρας. Ένας τέλειος Πατέρας, που αγαπά, σέβεται, υπομένει, περιμένει, συγχωρεί και θυσιάζεται για τα παιδιά Του, όλα τα παιδιά Του· και τα ήσυχα και τα άτακτα· και τα ευσεβή και τα ασεβή· και τα ενάρετα και τα αμαρτωλά· και τα πιστά και τα άπιστα. Τα αγαπά όλα με την ίδια ένταση, με την ίδια αυτοθυσία, με την ίδια λαχτάρα και πόθο για τη σωτηρία τους. Γι’ αυτό και δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως το κήρυγμα για την έλευση της Βασιλείας Του, ξεκινά από μια “δύσκολη” κατά τα φαινόμενα περιοχή, μια περιοχή όχι πιστών Ιουδαίων, αλλά απίστων ειδωλολατρών, ανθρώπων που όπως μνημόνευε και η προφητεία του Ησαΐα -η ειπωμένη οκτακόσια χρόνια πριν την γέννηση του Χριστού μας- “κατοικούσαν στο σκοτάδι και στη σκιά του θανάτου”.

Σ’ αυτούς τους “σκοτισμένους” -από τα πάθη, την αμαρτία, την απιστία και την δυσεύβεια- ανθρώπους, επέλεξε η Πρόνοια του Θεού Πατέρα μας, να λάμψει “φως δυνατό”· ένα “φως”, που θα διέλυε το σκοτάδι που χαρακτήριζε τη ζωή τους· ένα “φως”, που θα σκόρπιζε τη σκιά του θανάτου που κυριαρχούσε επί της υπάρξεώς τους· κι αυτό το “φως”, δεν ήταν και δεν είναι άλλο, από τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, “το αληθινό φως, που καθώς έρχεται στον κόσµο φωτίζει κάθε άνθρωπο” (Ιωάννου 1, 9). Τον φωτίζει όμως με μια απαραίτητη προϋπόθεση, που είναι θα λέγαμε η ανθρώπινη συμμετοχή, στο σχέδιό Του για τη επαναγωγή μας στο “καθ’ ομοίωσιν” και την αναμόρφωση του “αρχαίου κάλλους” μας. Κι αυτή η προϋπόθεση είναι η μετάνοια.

“Μετανοείτε γιατί έφτασε η βασιλεία του Θεού”, βροντοφώναζε η αυστηρή φωνή του Ιωάννη, στα όρια της ερήμου του Ιορδάνου, όπου έσπευδαν τα πλήθη των μετανοημένων για τα λάθη και τις αμαρτίες τους Ιουδαίων, να βαπτιστούν με νερό από το αγιασμένο χέρι του, επιχειρώντας μια νέα αρχή στη ζωή τους. “Μετανοείτε γιατί έφτασε η βασιλεία του Θεού”, ακούστηκε να λέει η γλυκύτατη φωνή του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στις πόλεις και τα χωριά της “εθνικής” Γαλιλαίας, καλώντας σε μια νέα αρχή και ριζική ανακαίνιση τους κατοίκους της. Γιατί αυτό ακριβώς είναι το περιεχόμενο της “μετάνοιας”, η νέα αρχή, η αρχή της επιστροφής μας στην στοργική αγκαλιά του Θεού Πατέρα, που είναι έτοιμος να παραβλέψει κάθε λάθος μας, να συγχωρέσει κάθε ανόμημά μας, να γιατρέψει κάθε πληγή που έχει αφήσει πίσω της η αμαρτία, στο ηδονικό και συνάμα οδυνηρό πέρασμα της από τη ζωή μας.

“Μετανοώ” σημαίνει “μεταβάλω νου”. Αλλάζω το λάθος -εμπαθή και εγωιστικό- τρόπο με τον οποίο σκεφτόμουν ως τα τώρα και ανάλογα ενεργούσα και τον αντικαθιστώ με τον ορθό τρόπο σκέψης και πράξης. Τον τρόπο του θελήματος του Θεού, που με κάνει να πράττω τα έργα εκείνα τα “φωτεινά” και θεάρεστα, τα γεμάτα αγάπη, αυτά που θα με κάνουν να μοιάζω του Ουράνιου Πατέρα μου, που θα με αποκαταστήσουν ενώπιόν Του και θα με αξιώσουν της Βασιλείας Του. Γιατί αυτό ακριβώς το θαυμαστό και εξαίσιο έργο κατορθώνει η μετάνοια, να ανοίγει ξανά τον δρόμο του Παραδείσου, σε κάθε έναν που θα συναισθανθεί την αμαρτωλότητά του, θα πάρει τη σταθερή και σθεναρή απόφαση να αγωνιστεί για διόρθωση και θα κινήσει τα βήματά του σε επιστροφή. Αυτό αρκεί... όλα τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνει η Χάρις του Θεού. Τα ελλείποντα αναπληρεί, τα ασθενή θεραπεύει, τα λυπηρά χαροποιεί, τα επώδυνα παρηγορεί, τα αδύνατα κάνει δυνατά και τον μέχρι τότε νεκρωθέντα από την αμαρτία άνθρωπο ανιστά και χαρίζει την Αιώνια Ζωή.

Ας προσπαθήσουμε κι εμείς αδελφοί μου -εμείς που δυστυχώς βρεθήκαμε να ζούμε στο σκοτάδι των παθών, εμείς που επιτρέψαμε να εισβάλλει ο θάνατος της αμαρτίας στη ζωή μας- εμείς ας προσπαθήσουμε, να δώσουμε την ευκαιρία στον εαυτό μας, να συναντηθεί ουσιαστικά με το “φως το δυνατό” του Χριστού μας, εισακούοντας την προτροπή και παράκλησή Του: “Μετανοείτε γιατί έφτασε η βασιλεία του Θεού”. Αμήν.

Με αγάπη Χριστού.

«ο γραφέας»

Alexandriamou.gr
Δημοσιογραφική Ενημερωτική Ηλεκτρονική Εφημερίδα
Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας