Διατήρηση των επιτοκίων της ΕΚΤ στα τωρινά υψηλά επίπεδα έως τον Σεπτέμβριο του 2024, προβλέπουν οικονομολόγοι σε έρευνα του Bloomberg.

 

Αντιμέτωποι με υψηλό κόστος δανεισμού θα συνεχίζουν να είναι και μάλιστα επί μακρόν, κράτη, επιχειρήσεις και πολίτες στην Ευρώπη. Αιτία αποτελεί η διαφαινόμενη πρόθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να διατηρήσει στα τωρινά υψηλά επίπεδα τα βασικά επιτόκιά της, για μεγάλο χρονικό διάστημα.

 

Το Bloomberg, μέσω έρευνας που πραγματοποίησε και συμμετείχαν οικονομολόγοι και αναλυτές, εκτιμά-προσδιορίζει ότι για τον επόμενο χρόνο και έως τον Σεπτέμβριο του 2024, τα επιτόκια της ΕΚΤ παραμείνουν στα ύψη. Να θυμίσουμε ότι μόλις τον περασμένο μήνα, η Κεντρική Τράπεζα προχώρησε στη δέκατη κατά σειρά αύξηση επιτοκίων, κατά 0,25%, που ανέβασε το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων στο 4%, το υψηλότερο στην ιστορία.

 

ΤράπεζεςΣτα ύψη θα παραμείνουν τα επιτόκια – Οι προβλέψεις για το επόμενο 12μηνοΔιατήρηση των επιτοκίων της ΕΚΤ στα τωρινά υψηλά επίπεδα έως τον Σεπτέμβριο του 2024, προβλέπουν οικονομολόγοι σε έρευνα του Bloomberg.



Αντιμέτωποι με υψηλό κόστος δανεισμού θα συνεχίζουν να είναι και μάλιστα επί μακρόν, κράτη, επιχειρήσεις και πολίτες στην Ευρώπη. Αιτία αποτελεί η διαφαινόμενη πρόθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να διατηρήσει στα τωρινά υψηλά επίπεδα τα βασικά επιτόκιά της, για μεγάλο χρονικό διάστημα.

 

Το Bloomberg, μέσω έρευνας που πραγματοποίησε και συμμετείχαν οικονομολόγοι και αναλυτές, εκτιμά-προσδιορίζει ότι για τον επόμενο χρόνο και έως τον Σεπτέμβριο του 2024, τα επιτόκια της ΕΚΤ παραμείνουν στα ύψη. Να θυμίσουμε ότι μόλις τον περασμένο μήνα, η Κεντρική Τράπεζα προχώρησε στη δέκατη κατά σειρά αύξηση επιτοκίων, κατά 0,25%, που ανέβασε το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων στο 4%, το υψηλότερο στην ιστορία.

 

Τόσο η Κριστίν Λαγκάρντ όσο και άλλοι κεντρικοί τραπεζίτες που ανήκουν στα λεγόμενα «γεράκια» εμμένουν στην ανάγκη παραμονής των επιτοκίων σε  υψηλά επίπεδα, για όσο διάστημα απαιτηθεί, προκειμένου να συγκρατηθεί ο πληθωρισμός. Παρά το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκοί οικονομικοί δείκτες υποχωρούν, απόρροια της σφιχτής οικονομικής πολιτικής που ακολουθεί η ΕΚΤ και η αγορά ομολόγων επηρεάζεται αρνητικά, η περίπτωση άμεσης μείωσης των επιτοκίων δεν υπάρχει καν στο τραπέζι των κεντρικών τραπεζιτών.

 

Αυτό που θα τεθεί υπό επεξεργασία και θα αποτελέσει ζήτημα διαβούλευσης στα επόμενα συμβούλια, είναι έως πότε θα διατηρηθούν τα επιτόκια σ’ αυτό το πολύ υψηλό επίπεδο. Οι οικονομολόγοι που συμμετείχαν στην έρευνα του Bloomberg προβλέπουν η ΕΚΤ δεν θα μειώσει τα επιτόκια πριν τον Σεπτέμβριο του 2024, ενώ σε προηγούμενη δημοσκόπηση ανέμεναν ότι τα επιτόκια θα μειώνονταν από τον ερχόμενο Μάρτιο.

 

Οι επενδυτές φαίνεται να έχουν πειστεί επίσης ότι η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής θα αργήσει και αυτό εξηγεί και την αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων το τελευταίο δίμηνο. Η απόδοση του γερμανικού 10ετούς ομολόγου αναφοράς είχε ξεπεράσει πρόσκαιρα το 3% νωρίτερα τον Οκτώβριο, το υψηλότερο επίπεδο από το 2011, ενώ το 10ετές Treasury είχε πλησιάσει το 5%, υψηλό επίπεδο 16ετίας.

 

Υπέρ των υψηλών επιτοκίων τάσσονται τα «γεράκια»

 

Αναφανδόν υπέρ της διατήρησης των υψηλών επιτοκίων για μεγάλο χρονικό διάστημα τάσσονται κεντρικοί τραπεζίτες που ανήκουν στα «γεράκια» της ΕΚΤ. Το μέλος του Δ.Σ., Μάρτιν Καζάκς, δήλωσε ότι οι τρέχουσες οικονομικές προβλέψεις της τράπεζας δεν είναι συνεπείς με μία μείωση των επιτοκίων στο πρώτο εξάμηνο του 2024, προσθέτοντας ότι «στο δεύτερο εξάμηνο του έτους, θα δούμε».

 

Ο Σλοβένος κεντρικός τραπεζίτης Μπόστιαν Βάσλε, σημείωσε ότι «οι αυξήσεις στις αποδόσεις των ομολόγων αποτελούν ένδειξη ότι οι επενδυτές αποδέχονται επίσης ότι θα χρειαστεί μία μακρύτερη περίοδος υψηλών επιτοκίων για να επαναφερθεί ο πληθωρισμός στον στόχο του 2%.

 

Προσφάτως η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ είχε δηλώσει πως «πλέον, με βάση την τρέχουσα εκτίμηση μας, θεωρούμε ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ έχουν διαμορφωθεί σε επίπεδα τα οποία αν διατηρηθούν για επαρκώς χρονικό διάστημα, θα έχουν σημαντική συμβολή στην έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο μας».

 

Οι αναλυτές θεωρούν ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη θα μειωθεί στο 2,7% το 2024 και στο 2,1% το 2025, αλλά η ανάπτυξη της οικονομίας αναμένεται να είναι χαμηλότερη σε σχέση με τις προηγούμενες προβλέψεις – μόλις 0,7% το 2024 μετά από 0,5% που αναμένεται φέτος.

Ανώτατο όριο επιτοκίου θα θεσπίζουν τα κράτη - Οι τράπεζες θα πρέπει να εξαντλούν τις δυνατότητες ρύθμισης πριν φτάσουν στον πλειστηριασμό

 

Ανώτατα όρια για τα επιτόκια της καταναλωτικής πίστης θα είναι υποχρεωμένα να ορίζουν τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ παράλληλα θα επιβληθεί στις τράπεζες να εξαντλούν όλες τις δυνατότητες ρύθμισης δανείων πριν φθάσουν σε πλειστηριασμό: αυτές είναι δύο από τις βασικές πρόνοιες της νέας Κοινοτικής Οδηγίας για την Καταναλωτική Πίστη, που εγκρίθηκε σήμερα από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και θα πρέπει να ενσωματωθεί στις εθνικές νομοθεσίας το αργότερο σε δύο χρόνια.

 

Ιδιαίτερα για το θέμα του προσδιορισμού ανώτατων επιτοκίων καταναλωτικής πίστης, η νέα Οδηγία θα έχει μεγάλη βαρύτητα για την ελληνική τραπεζική αγορά, καθώς, όπως είναι γνωστό, τα επιτόκια στη χώρα μας είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Μόνο σε μία περίπτωση, όταν ο Άρειος Πάγος είχε εκδώσει απόφαση που όριζε ότι τα τραπεζικά επιτόκια δεν πρέπει να υπερβαίνουν το ανώτατο εξωτραπεζικό (δικαιοπρακτικό) επιτόκιο, είχε στην Ελλάδα το ζήτημα της επιβολής κάποιου ανώτατου ορίου. Όμως οι τράπεζες είχαν επικαλεσθεί τους κανόνες για την απελευθέρωση της τραπεζικής πίστης και εκείνη η απόφαση δεν είχε αλλάξει τις πρακτικές που ακολουθούσαν.

 


Η νέα Οδηγία, ωστόσο, οδηγεί τα κράτη στην κατεύθυνση της επιβολή ανώτατων ορίων. Στο άρθρο 31, με θέμα «Ανώτατα όρια επιτοκίων, συνολικού ετήσιου πραγματικού επιτοκίου και συνολικού κόστους της πίστωσης για τον καταναλωτή» ορίζει ότι τα κράτη μέλη θεσπίζουν ανώτατα όρια για ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα:

 

α)τα επιτόκια που εφαρμόζονται στις συμβάσεις πίστωσης ή τις πιστωτικές υπηρεσίες συμμετοχικής χρηματοδότησης·

 

β)το συνολικό ετήσιο πραγματικό επιτόκιο·

 

γ)το συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή.

 

Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν πρόσθετα ανώτατα όρια για τις ανακυκλούμενες πιστωτικές διευκολύνσεις (σ.σ.: πιστώσεις μέσω αλληλόχρεων λογαριασμών).

 

Όπως εξηγείται στην Οδηγία, σε αρκετά κράτη ισχύει ήδη η επιβολή ανώτατου ορίου επιτοκίου και αυτό θα επεκταθεί σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση γιατί είναι επωφελές μέτρο για τους καταναλωτές. «Σε ορισμένα κράτη μέλη αποτελεί συνήθη πρακτική ο καθορισμός ανώτατων ορίων για τα επιτόκια, τα συνολικά ετήσια πραγματικά επιτόκια και/ή το συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή. Ο εν λόγω καθορισμός ανώτατων ορίων έχει αποδειχθεί επωφελής για τους καταναλωτές. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να διατηρήσουν το ισχύον νομικό καθεστώς τους. Ωστόσο, σε μια προσπάθεια αύξησης της προστασίας των καταναλωτών χωρίς την επιβολή περιττών περιορισμών στα κράτη μέλη, θα πρέπει να θεσπιστούν ανώτατα όρια για τα επιτόκια, τα συνολικά ετήσια πραγματικά επιτόκια και/ή το συνολικό κόστος της πίστωσης για τον καταναλωτή σε ολόκληρη την Ένωση», αναφέρει η Οδηγία.

 

Δυσκολεύουν οι πλειστηριασμοί


Με άλλο άρθρο της Οδηγίας, προβλέπεται ότι θα πρέπει οι τράπεζες να εξαντλούν όλες τις δυνατότητες ρύθμισης ενός χρέους πριν καταλήξουν σε μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης. Όπως αναφέρει η Οδηγία,

 

«Το άρθρο 35 (υπερημερία και μέτρα ανοχής) εισάγει μέτρα για την ενθάρρυνση της επίδειξης εύλογης ανοχής πριν από την κίνηση διαδικασιών εκτέλεσης. Στα μέτρα ανοχής μπορεί να συμπεριλαμβάνονται η ολική ή μερική αναχρηματοδότηση σύμβασης πίστωσης ή η τροποποίηση των προηγούμενων όρων και προϋποθέσεων σύμβασης πίστωσης.

 

Η εν λόγω τροποποίηση μπορεί να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων: παράταση της διάρκειας της σύμβασης πίστωσης· αλλαγή του είδους της σύμβασης πίστωσης· αναβολή της καταβολής του συνόλου ή μέρους των δόσεων αποπληρωμής για ορισμένο χρονικό διάστημα· αλλαγή του επιτοκίου· παροχή αναστολής καταβολής δόσεων· μερική αποπληρωμή δόσεων· μετατροπή νομίσματος· και μερική άφεση και ενοποίηση του χρέους»

 

Το άρθρο 35, με θέμα «Υπερημερία και μέτρα ανοχής», έχει ως εξής:

 

1. Τα κράτη μέλη επιβάλλουν την υποχρέωση στους πιστωτικούς φορείς να διαθέτουν κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες ώστε να καταβάλλουν προσπάθειες για να επιδεικνύουν, κατά περίπτωση, εύλογη ανοχή πριν από την κίνηση διαδικασιών εκτέλεσης. Στο πλαίσιο των εν λόγω μέτρων ανοχής λαμβάνονται υπόψη, μεταξύ άλλων στοιχείων, οι συνθήκες του καταναλωτή, τα δε εν λόγω μέτρα ανοχής μπορούν να συνίστανται, μεταξύ άλλων δυνατοτήτων, σε:

 

α)συνολική ή μερική αναχρηματοδότηση σύμβασης πίστωσης·

 

β)τροποποίηση των υφιστάμενων όρων και προϋποθέσεων σύμβασης πίστωσης, που μπορεί να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων:

 

i) παράταση της διάρκειας της σύμβασης πίστωσης·

 

ii) αλλαγή του είδους της σύμβασης πίστωσης·

 

iii) αναβολή της καταβολής του συνόλου ή μέρους των δόσεων αποπληρωμής για ορισμένο χρονικό διάστημα·

 

iv) αλλαγή του επιτοκίου·

 

v) παροχή αναστολής καταβολής δόσεων·

 

vi) μερική αποπληρωμή δόσεων·

 

vii) μετατροπές νομίσματος·

 

viii) μερική άφεση και ενοποίηση του χρέους.

 

2. Ο κατάλογος των δυνητικών μέτρων της παραγράφου 1 στοιχείο β) δεν θίγει τους κανόνες του εθνικού δικαίου και δεν επιβάλλει στα κράτη μέλη να προβλέπουν όλα αυτά τα μέτρα στο εθνικό τους δίκαιο.

 

3. Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν, όταν επιτρέπεται στον πιστωτικό φορέα να καθορίζει και να επιβάλλει επιβαρύνσεις στον καταναλωτή λόγω αθέτησης υποχρέωσης, οι επιβαρύνσεις αυτές να μην είναι μεγαλύτερες από το αναγκαίο για την αποζημίωση του πιστωτικού φορέα για τη ζημία που υπέστη λόγω της αθέτησης της υποχρέωσης.

 

4. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στους πιστωτικούς φορείς να επιβάλλουν πρόσθετες επιβαρύνσεις στον καταναλωτή σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη θεσπίζουν ανώτατο όριο για τις επιβαρύνσεις αυτές.

 

5. Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τα μέρη σύμβασης πίστωσης να συμφωνήσουν ρητά ότι η επιστροφή ή η μεταβίβαση στον πιστωτικό φορέα των αγαθών που καλύπτονται από συνδεδεμένη σύμβαση πίστωσης ή των εσόδων από την πώληση τέτοιων αγαθών επαρκεί για την εξόφληση της πίστωσης.

Χρήσιμες συμβουλές για τη μετατροπή του κυμαινόμενου επιτοκίου της δόσης του ενήμερου δανείου σε σταθερό έδωσε στο MEGA η δικηγόρος Αριάδνη Νούκα.

 

Υπάρχουν κάποιες τράπεζες που έχουν ήδη προτείνει στους ενήμερους  δανειολήπτες να μετατρέψουν το κυμαινόμενο επιτόκιο σε σταθερό εάν το επιθυμούν, σημείωσε  η κ. Νούκα και εξήγησε τι πρέπει να προσέξουν όσοι προβούν σε αυτή την ενέργεια.

 

«Πάρα πολύ μεγάλη προσοχή θα πρέπει να δώσουν οι δανειολήπτες στις συμβάσεις στο spread που θα υπογράψουν όταν θα ανοίξει μετά την μετατροπή από σταθερό επιτόκιο σε κυμαινόμενο και ποιο θα είναι αυτό το σταθερό. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Το προτεινόμενο επιτόκιο είναι από 3,5% μέχρι 3,6% από 4,8% που σήμερα. Αυτό είναι δελεαστικό αλλά εξαρτάται και από την διάρκεια του επιτοκίου. Δηλαδή εάν έχει κανείς μια διάρκεια 4 ετών και μετά πέσουν τα επιτόκια, τότε είναι δεσμευμένος για 4 χρόνια να δίνει το μεγαλύτερο ποσό δεν μπορεί να το κόψει πάλι» τόνισε.

 

Η δόση στεγαστικού δανείου

Η κ.Νούκα αναφέρθηκε και στο θέμα των δόσεων του στεγαστικού δανείου. Κάποιος που πήρε ένα στεγαστικό δάνειο ύψους 100 χιλιάδων ευρώ με μια διάρκεια εξόφλησης 20 ετών και με κυμαινόμενο επιτόκιο πλήρωνε για τη δόση του δανείου τον Ιούνιο 2022 το ποσό των 560  ευρώ , ωστόσο τον Μάρτιο η δόση αυξήθηκε στα  720 ευρώ, είπε και πρόσθεσε πως ο δανειολήπτης σε αυτή την περίπτωση έχει μια επιβάρυνση της τάξεως του 160 ευρώ σε μηναία βάση και μια ετήσια πρόσθετη αύξηση ύψους  1.920 ευρώ.


Διευκρίνισε δε, πως έχουν παγώσει τα κυμαινόμενα επιτόκια μόνο των στεγαστικών δανείων για 1 έτος με υπολογισμό την  31/3/2023…μείον 0,20%  δηλαδή 20 μονάδες βάσης.


Αυτό ισχύει με την προϋπόθεση ότι ο οφειλέτης ήταν συνεπής στην καταβολή των δόσεων του δανείου του αλλά και που θα εξακολουθεί να είναι, επεσήμανε. Αυτό αφορά τις τράπεζες αλλά και τις εξυπηρετούμενες απαιτήσεις. Δηλαδή τα στεγαστικά δάνεια υπάρχουν και στους  servicers και κατ΄ επέκταση στα funds. Εντάσσονται 400.000 ενήμερα στεγαστικά – επισκευαστικά και αφορά δόσεις Μαΐου 2023 – Απριλίου 2024.  Διευκρίνισε δε πως κάποιες από τις τράπεζες άρχισαν να το εφαρμόζουν 1 μήνα αργότερα από την ημερομηνία που είχε οριστεί και για αυτό θα πάει έναν μήνα πιο πίσω από την παραπάνω προθεσμία.
Μεταξύ άλλων, εξήγησε πώς θα  διαμορφωνόταν η δόση του παραπάνω δανείου εάν δεν πάγωνε το επιτόκιο. Στα 782,5 ευρώ θα ήταν η δόση του δανείου  χωρίς το πάγωμα ενώ  με πάγωμα το μηνιαίο όφελος για τον πολίτη είναι 62,5 ευρώ και σε ετήσια βάση 750 ευρώ, ανέφερε.


Έρχονται νέες αυξήσεις επιτοκίων σε  3 κατηγορίες δανείων


Με την άνοδο των επιτοκίων 0,25% που θα γίνουν τον Ιούνιο και τον Ιούλιο αντίστοιχα  από την ΕΚΤ, θα αυξηθούν οι δόσεις των επαγγελματικών δανείων, των πιστωτικών καρτών και των  Καταναλωτικών δανείων, τόνισε η κ. Νούκα και επεσήμανε πως αυτό δεν αφορά τα στεγαστικά δάνεια.

Οι τραπεζίτες αποδέχθηκαν πρόταση του Υπουργού Οικονομικών για «πάγωμα» των επιτοκίων. Τι προβλέπει το σχέδιο των τραπεζών. Εξασφαλίζεται σταθερό επιτόκιο για ένα χρόνο χωρίς αλλαγή της σύμβασης. Αφορά περίπου 500.000 δάνεια.

 

Σε μια συμφωνία «ανάσα» για τους συνεπείς δανειολήπτες στεγαστικών προχωρούν τράπεζες και Υπουργείο Οικονομικών παγώνοντας για ένα χρόνο τα επιτόκια βάσης (Euribor ενός και τριών μηνών, libor και βασικό επιτόκιο ΕΚΤ), βάσει των οποίων τιμολογούνται τα στεγαστικά δάνεια.

 

Όπως εξηγούν κύκλοι του οικονομικού επιτελείου πρόκειται για ουσιαστικό μέτρο στήριξης των δανειοληπτών και ταυτόχρονα ανακοπής ενός νέου πιθανού κύματος κόκκινων δανείων. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, οι τραπεζίτες αποδέχθηκαν πρόταση του υπουργού Οικονομικών, κ. Χρήστου Σταϊκούρα για «πάγωμα» των επιτοκίων, οι διαδοχικές αυξήσεις των οποίων έχουν αυξήσει υπέρμετρα το κόστος εξυπηρέτησης για τους δανειολήπτες.

 

Συγκεκριμένα οι δόσεις των στεγαστικών δανείων έχουν αυξηθεί κατά μέσο όρο από 150 έως 200 ευρώ το μήνα (ανάλογα με το ύψος των δανείου, την διάρκεια και το περιθώριο που εφαρμόζει η τράπεζα) από τον περασμένο Ιούλιο, οπότε και ξεκίνησε η άνοδος των επιτοκίων από την ΕΚΤ.

Μετά από έξι διαδοχικές αυξήσεις το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ διαμορφώνεται πλέον στο 3%, συμπαρασύροντας σε αυτά τα επίπεδα και το euribor 3μήνου, που αποτελεί και την βάση τιμολόγησης της συντριπτικής πλειοψηφίας των στεγαστικών δανείων.

Είναι χαρακτηριστικό ότι για ένα δάνειο 100.000 ευρώ με περιθώριο 2,5% και διάρκεια αποπληρωμής τα 20 χρόνια, η δόση πέρυσι τέτοιο καιρό ήταν 535 ευρώ το μήνα και σήμερα διαμορφώνεται στα 695 ευρώ το μήνα, ενώ το ίδιο δάνειο με διάρκεια αποπληρωμής 30 χρόνια η δόση από 400 ευρώ διαμορφώνεται σήμερα στα 575 ευρώ.

 

Να σημειωθεί ότι το euribor 1 μήνα ήταν χθες στο 2,899% (από -0,576% τον Ιανουάριο του 2022) και το euribor 3μήνου στο 3,052% (επίσης ήταν στο -0,57% τον Ιανουάριο του 2022). To libor 3μηνου ήταν στο 5,22% ότα πριν από 1 χρόνο ήταν στο 1%.


Το σχέδιο των τραπεζών

 

Σύμφωνα με πληροφορίες οι βασικοί άξονες του σχεδίου τραπεζών – ΥΠΟΙΚ είναι οι εξής:

 

Το μέτρο είναι οριζόντιο, αφορά, δηλαδή, σε όλα τα στεγαστικά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, συμπεριλαμβανομένων αυτών σε ελβετικό φράγκο, που είναι ενήμερα. Δεν αφορά γενικά στα δάνεια που έχουν υποθήκη στην πρώτη κατοικία, στα μικρά επιχειρηματικά, ενώ εκτός μένουν και όσα θα χορηγηθούν στη συνέχεια.


Το επιτόκιο θα κλειδώσει σε μία συγκεκριμένη ημερομηνία που θα συμφωνήσουν οι τράπεζες. Για παράδειγμα, τα τέλη του περασμένου Μαρτίου. Οι δόσεις, λοιπόν, που θα πρέπει να πληρωθούν από εδώ και στο εξής, θα τιμολογούνται με βάση το επίμαχο επιτόκιο – ανεξαρτήτως των αυξήσεων που ενδεχομένως ακολουθήσουν – συν το περιθώριο που χρεώνει η εκάστοτε τράπεζα. Με τον τρόπο αυτό, τα δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο μετατρέπονται σε σταθερά, αφού για ένα χρόνο οι δανειολήπτες θα γνωρίζουν ακριβώς το ύψος της δόσης που πρέπει να καταβάλουν.


Σε περίπτωση που εντός 12μήνου επέλθει αποκλιμάκωση των επιτοκίων αναφοράς, τότε το πρόγραμμα θα διακόπτεται και οι τράπεζες θα περνούν το όφελος στον δανειολήπτη. Επομένως, οποιαδήποτε αύξηση των επιτοκίων από δω και πέρα δεν επιβαρύνει τους δανειολήπτες στεγαστικών δανείων και το κόστος της αύξησης θα βαραίνει τις τράπεζες.

 

Διπλά κερδισμένοι, σίγουρα, θα είναι οι ευάλωτοι οικονομικά οι οποίοι λαμβάνουν και την επιδότηση του 50% της αύξησης που έχει υποστεί η μηνιαία δόση τους από το καλοκαίρι του 2022 έως και σήμερα.

 


Το κόστος για τις τράπεζες υπολογίζεται στα 200 εκατ. ευρώ και προστίθεται στο ποσό που έχουν ήδη προϋπολογίσει για την επιδότηση του 50% της αύξησης στους ευάλωτους δανειολήπτες, ήτοι πέριξ των 120 εκατ. ευρώ.

 

Σύμφωνα με πληροφορίες από τραπεζικέ πηγές, η παρέμβαση στο επιτόκιο αναφοράς φέρεται να έχει το «πράσινο φως» από την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), ενώ μένει να αποσαφηνιστεί εάν θα απαιτηθεί – σε δεύτερο χρόνο – και την έγκριση της Ευρώπης.


Πριν το Πάσχα οι ανακοινώσεις

 

Για την άμεση ισχύ και υλοποίηση του σχεδίου αξίζει να σημειωθεί ότι οι τράπεζες έχουν συγκροτήσει ομάδες εργασίας, οι οποίες βρίσκονται σε ανοικτή επικοινωνία μεταξύ τους τις τελευταίες ημέρες, καθώς πρόθεση είναι το πρόγραμμα να κλειδώσει άμεσα και να ανακοινωθεί τις επόμενες ημέρες και σαφώς πριν το Πάσχα.

 

Τράπεζες και υπουργείο Οικονομικών συζητούσαν την πρόταση αυτή τον τελευταίο μήνα και ήδη στην πρόσφατη συνάντηση τους την προηγούμενη Δευτέρα οι διοικήσεις των τραπεζών ενημέρωσαν σχετικά τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα.

 

«Σε κάθε περίπτωση, πάντως, από το μέτρο πρόκειται να ωφεληθούν και οι ίδιες οι τράπεζες, καθώς χιλιάδες δανειολήπτες θα μπορέσουν να συνεχίσουν να είναι συνεπείς στην αποπληρωμή των δανείων τους και έτσι θα ανακοπεί ένα νέο κύμα κόκκινων δανείων» σημειώνει υψηλόβαθμο τραπεζικό στέλεχος προσθέτοντας ότι τα τράπεζες τα στεγαστικά δάνεια που είναι σήμερα ενήμερα και έχουν κυμαινόμενο επιτόκιο αναφοράς της ΕΚΤ, euribor 1 μήνα ή 3μήνου, libor υπολογίζονται περί τα 500.000

Alexandriamou.gr
Δημοσιογραφική Ενημερωτική Ηλεκτρονική Εφημερίδα
Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας