Δημήτρης Ιτούδης: Από τα χωράφια της Ημαθίας στην κορυφή της Ευρώπης Κύριο

22 Μαϊ 2016
Δημήτρης Ιτούδης: Από τα χωράφια της Ημαθίας στην κορυφή της Ευρώπης

«Δουλέψαμε σκληρά και αξίζαμε τη νίκη. Ο Ζέλικο είναι φίλος, κουμπάρος, αδελφός κι έχει μεγάλο μερίδιο σε αυτή την επιτυχία»
Μπορεί να οφείλει πολλά στον «Ζοτς», μέντορά του επί 13 χρόνια στον πάγκο του Παναθηναϊκού, ωστόσο τίποτα δεν εμπόδισε τον Δημήτρη Ιτούδη να νικήσει τον αγαπημένο του δάσκαλο και να

κατακτήσει το ευρωπαϊκό τρόπαιο στον τελικό - θρίλερ που κρίθηκε στην παράταση μεταξύ της ΤΣΣΚΑ και της Φενερμπαχτσε.

Ο 46χρονος τεχνικός της ρωσικής ομάδας έμαθε από μικρός να βάζει στόχους και να τους πετυχαίνει δουλεύοντας σκληρά. «Δεν ξέρω αν ήταν όνειρο ζωής. Ήταν για μένα ο 6ος τίτλος και προφανώς αυτός έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς είμαι ο πρώτος προπονητής.

Τα 5 ευρωπαϊκά τρόπαια με τον ΠΑΟ έχουν μια σημαντική θέση στην καρδία μου. Δούλεψα σκληρά, δεν μου δόθηκε τίποτα απλόχερα, δεν ήταν τίποτα δεδομένο κι έτσι η νίκη γίνεται πιο γλυκιά όταν τα καταφέρνεις γιατί περνάς μια διαδικασία η οποία σε επιβραβεύει. Για μας τους προπονητές μετράει η πορεία. Είναι η δεύτερη χρονιά μου στη Ρωσία, προσπαθήσαμε να δημιουργήσουμε μια ομάδα με παίκτες γεμάτους όρεξη για δουλειά και να έχουμε υγιή τα αποδυτήρια μας. Αυτό το λέμε γιατί η μισή ζωή των παικτών και των προπονητών είναι στα αποδυτήρια εκεί συναντιούνται αρκετές ώρες μακριά από τις συζύγους τους, τα παιδιά τους τα σπίτια τους», λέει στο protothema.gr.




Ο Έλληνας προπονητής, κυνηγώντας το όνειρό του έκανε βήματα τολμηρά για τα οποία δεν μετανιώνει ποτέ. Στα Τρίκαλα Ημαθίας από όπου κατάγεται είχε την ευκαιρία να αναλάβει και να διαχειριστεί μια μεγάλη καλλιέργεια σπαραγγιών.

Ο πατέρας του, ο κύριος Στέργιος, τα μεγάλωνε με φροντίδα και τα πουλούσε στη Γερμανία για να μαζέψει χρήματα να σπουδάσει τα δυο παιδιά του. Ο μικρός Δημήτρης τον βοηθούσε στα χωράφια αλλά από νωρίς κατάλαβε ότι το μέλλον του άνηκε αλλού. Οι σπουδές του τελικά δεν ήταν πάνω στη Γεωπονική,  αντικείμενο που αρχικά επιθυμούσε η οικογένεια αποβλέποντας σε μια ασφαλή επιχειρηματική δραστηριότητα αλλά είχαν ειδικότητα το μπάσκετ στο Ζάγκρεμπ της ενωμένης τότε Γιουγκοσλαβίας. «Δούλεψα στα χωράφια, είχαμε σπαράγγια και λόγω των σπαραγγιών εγώ σπούδασα. Ο πατέρας μου είναι και μουσικός. Ασχολήθηκε κι επαγγελματικά σε κάποια μαγαζιά της Θεσσαλονίκης αλλά ο παππούς μου ο Δημητρός δεν τον άφησε να πάει στην Αθήνα τότε.

Είναι της γενιά του Χρήστου Νικολόπουλου. Έτσι ο πατέρας μου ασχολήθηκε με τον αγροτικό τομέα και του χρωστάω μεγάλη ευγνωμοσύνη κι ένα μεγάλο ευχαριστώ. Οι γονείς μου ήθελαν να σπουδάσω και στήριξαν την επιλογή μου. Επέλεξα το Ζάγκρεμπ γιατί, το πανεπιστήμιο αυτό σύμφωνα με τις έρευνες που έκανα εκείνη την εποχή ήταν μεταξύ των δυο κορυφαίων πανεπιστημίων της Ευρώπης στη φυσική Αγωγή και σου έδινε ειδικότητα από το δεύτερο έτος. Τότε στη Γιουγκοσλαβία παιζόταν το καλύτερο μπάσκετ και οι καλύτεροι δάσκαλοι ήταν εκεί», λέει στο protothema.gr.



Πάντως, γνωρίζοντας κάποιος την αθλητική πορεία που προηγήθηκε του Ζάγκρεμπ θα διαπιστώσει εύκολα πως το μπάσκετ προέκυψε στη ζωή του εντελώς τυχαία, λόγω μιας ιδιοτροπίας ενός προπονητή ποδοσφαίρου. Όταν στα 15 του ο Δημήτρης Ιτούδης αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του στο…  μοδάτο τότε ποδόσφαιρο, ο προπονητής του Μέγα Αλέξανδρου Τρικάλων δεν ήθελε στην ομάδα παίκτες με μακριά μαλλιά. Ο νεαρός παίκτης δεν δέχτηκε να κόψει την χαίτη του αποχωρώντας από την ομάδα. «Δεν κουρευόμουν γιατί ήταν μόδα. Ήμουν αντιδραστικός. Οφείλω όμως ευγνωμοσύνη σε αυτόν τον προπονητή γιατί με έβαλε στο μπάσκετ. Έπαιξα στον Αλκέτα Αλεξανδρείας, στον Ερμή Τρικάλων και στον Μέγα Αλέξανδρο.

Ο πρόεδρος του εξωραϊστικού συλλόγου μάλιστα ο Γιώργος Κάρλος πλήρωνε τα εισιτήρια μου για να έρχομαι από το Ζάγκρεμπ και να συμμετέχω στους αγώνες», αναφέρει. Ήταν η περίοδος που το μπάσκετ άρχιζε να γνωρίζει άνοδο τόσο στην ποιότητα όσο και στο ενδιαφέρον του κόσμου. Λίγο παραδίπλα από το χωριό του Ιτούδη, στη Θεσσαλονίκη, ο Άρης αποκτούσε εκείνη ακριβώς τη σεζόν, τον Παναγιώτη Γιαννάκη. Μαζί με τον Γκάλη οδηγούν την ομάδα στο πρώτο της νταμπλ και βάζουν τις βάσεις για τις μεγαλειώδεις στιγμές του ελληνικού μπάσκετ στα τέλη της δεκαετίας.

Το 1988 φεύγει για το Ζάγκρεμπ. Τις πρώτες χρονιές επέστρεφε συχνά στην πατρίδα όμως οι επισκέψεις σταμάτησαν λίγο αργότερα όταν ο εμφύλιος δεν επέτρεπε μετακινήσεις στην ενδοχώρα.  Εκεί ως φοιτητής είχε την ευκαιρία να παρακολουθεί τις προπονήσεις της Εθνικής Γιουγκοσλαβίας με προπονητή τότε τον Ντούσαν Ίβκοβιτς. Η γνωριμία αυτή τον βοήθησε πολύ ενώ ήταν αυτός που τον έφερε σε επαφή με τον επί σειρά ετών συνεργάτη και κουμπάρο του Ομπράντοβιτς. «Γνωρίστηκα με τον Ντούσαν Ιβκοβιτς το ’89 στο πανευρωπαϊκό που έγινε στο Ζάγκρεμπ. Η γνωριμία με βοήθησε πολύ στην πορεία, ηταν ο άνθρωπος που με γνώρισε το ‘ 92 με τον Ζέλικο στο Άμστερνταμ. Εγω ήμουν assistant coach στην KK Zagreb κι αυτός στην Χοβεντούτ Μπανταλόνα. Ανταλλάξαμε τηλέφωνα και κρατήσαμε επαφή». 

Όταν η Εθνική Σερβίας, υπό τις οδηγίες και του Ζοτς, έφτασε στη Θεσσαλονίκη το καλοκαίρι του ‘99 για προπονήσεις, οι δυο τους συναντήθηκαν κάτι παραπάνω από μερικές φορές. Ο Παναθηναϊκός είχε κάνει πρόταση στον Ομπράντοβιτς, ο οποίος με τη σειρά του θέλησε να πάρει μαζί του τον Ιτούδη για assistant. «Αυτό που θυμάμαι έτσι έντονα είναι ότι τον Ιούνιο του 1999 όταν ο Ζέλικο με πήρε τηλέφωνο να μου πει ότι με θέλει για assistant coach στον Παναθηναϊκό, ο πατέρας μου ήταν με δεύτερο έμφραγμα στο νοσοκομείο στην εντατική και ζούσαμε πολύ κρίσιμες στιγμές. Όταν δέχτηκα την πρόταση σκέφτηκα πως η ζωή σου φέρνει λύπες και χαρές και φτιάχνει τα καλύτερα σενάρια. Τελικά ο πατέρας μου το ξεπέρασε κι εγώ του έφερα το χαρμόσυνο νέο όταν βγήκε από την εντατική», λέει ο Δημήτρης Ιτούδης στο protothema.gr.



Από τότε οι δυο φίλοι είναι αχώριστοι και η σχέση τους απέκτησε συγγενικούς δεσμούς στις 23 Ιουνίου 2002 όταν ο Σέρβος προπονητής πάντρεψε στον Άγιο Δημήτριο Θεσσαλονίκης τον Δημήτρη Ιτούδη με την αγαπημένη του Μαρία και λίγα χρόνια αργότερα βάφτισε την κόρη του Αλεξάνδρα. Μαθητής και δάσκαλος έχουν πολλά να θυμούνται από την συνεργασία τους όπως τις διακοπές στην Χαλκιδική όπου βρίσκεται η εξοχική κατοικία του κ. Ιτούδη αλλά και πολλές εξορμήσεις στα νυχτερινά μαγαζιά της Αθήνας όπου τραγουδούσε ο αγαπημένος τους Αντώνης Ρέμος και ο Γιάννης Πάριος. Εκτός από τα ελληνικά νυχτοπερπατήματα, έχουν πολλές αναμνήσεις και από τη Σερβία όπου διασκέδαζαν με το παραπάνω. «Βγαίνουμε πολύ, στον Ζέλικο αρέσει η ελληνική μουσική, πάμε μπουζούκια, πάμε στον Ρέμο, στον Κωνσταντίνο Αργυρό, στον Γιάννη Πάριο. Είναι όλοι φίλοι και μας αρέσουν. Τα ίδια κάνουμε και στην Σερβία μόνο που εκεί, πάνω στο κέφι, πήρα το μικρόφωνο και τραγούδησα. Κι επειδή δεν ξεχνάω τις ρίζες μου πρέπει να σας πω ότι χορεύω όλους τους παραδοσιακούς χορούς, Μπαϊντούσκα (χορός της ανατολικής Ρωμυλίας από όπου είναι και οι ρίζες μου, Τσέστο, ποντιακά και προσπαθώ να το μεταδώσω αυτό και στην κόρη μου».  

Η στιγμή που θα μείνει αξέχαστη σε όλους είναι η αγκαλιά του Ιτούδη στον Ζοτς μετά το τελευταίο σφύριγμα του διαιτητή ενώ σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως και η νευρική αντίδραση του Σέρβου προπονητή της Φενερμπαχτσε. Όπως εξηγεί στο «ΘΕΜΑ» ο  κ. Ιτούδης, «Τελειώνοντας ο αγώνας έτρεξα προς τον φίλο, κουμπάρο μου και μεγάλο αδελφό και του είπα ότι έχει μεγάλο μερίδιο σε αυτή τη νίκη που δουλέψαμε μαζί 13 ολόκληρα χρόνια. Η δική του αντίδραση δεν αφορούσε εμένα». 



Η ζωή του στη Μόσχα, τα δυο τελευταία χρόνια δεν είναι εύκολη όμως έχει δίπλα του τις δυο γυναίκες της ζωής του. Αντέχει το τσουχτερό κρύο αν και δεν το καταλαβαίνει  πολύ γιατί βρίσκεται κλεισμένος είτε στο γήπεδο είτε σε ένα αεροπλάνο ταξιδεύοντας. «Η σύζυγός μου Μαρία και η κόρη μου Αλεξάνδρα το ζούνε πιο έντονα γιατί άφησαν πίσω φίλους και συγγενείς αλλά η Μόσχα είναι μια μεγαλούπολη, υπάρχουν πολλοί Έλληνες εδώ αλλά ευτυχώς μας επισκέπτονται και φίλοι από την πατρίδα».

Η προπονητική καριέρα

Δίπλα στο Ομπράντοβιτς αλλά και σε πολλούς ακόμα Σέρβους, λες και η μοίρα του το είχε γραμμένο, ο Ιτούδης έμαθε πολλά  Στο Ζάγκρεμπ, έκανε τα πρώτα του προπονητικά βήματα αρχικά στα τμήματα υποδομής της Μλάντοστ  και κατόπιν σαν βασικός προπονητής της εφηβικής ομάδας της Κ.Κ. Ζάγκρεμπ τη διετία 1990-92. Ακολούθησε μία τριετία (1992-95) στο πλευρό του Μπόσκο Μπόζιτς στην αντρική ομάδα, ενώ παράλληλα ήταν και πρώτος προπονητής της πανεπιστημιακής ομάδας. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα εργάζεται στον ΠΑΟΚ σαν βοηθός των Κιουμουρτζόγλου, Λούκαιτς  τη σεζόν 1995-1996, το τέλος της οποίας τον βρίσκει στο «τιμόνι» σαν επικεφαλής προπονητής του «δικεφάλου» φτάνοντας μεταξύ άλλων στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων. Επίσης έχει εργαστεί στον Πανιώνιο και σαν επικεφαλής προπονητής στο Φίλιππο Θεσσαλονίκης και την MENT.

1481
1479

 Πηγή:protothema.gr

 

Alexandriamou.gr
Δημοσιογραφική Ενημερωτική Ηλεκτρονική Εφημερίδα
Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας