Εκτύπωση αυτής της σελίδας

ΕΞΗΡΕΥΞΑΤΟ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΛΟΓΟΝ ΑΓΑΘΟΝ: Κυριακή ΙΣΤ΄ Λουκά «... σχετικά με τον εαυτό του.» Κύριο

ΕΞΗΡΕΥΞΑΤΟ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΛΟΓΟΝ ΑΓΑΘΟΝ: Κυριακή ΙΣΤ΄ Λουκά «... σχετικά με τον εαυτό του.»

Αγαπητοί μου αδελφοί,

Κυριακή σήμερα του “Τελώνου και του Φαρισαίου”, όπως είναι περισσότερο γνωστή, κι αυτό γιατί του Ευαγγελικό Ανάγνωσμα που ακούσαμε στην πρωινή Θεία Λειτουργία στους Ναούς μας, διηγείται αυτήν ακριβώς την παραβολή του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Πριν όμως εμβαθύνουμε -κατά τη δύναμή μας βέβαια- στο ιδιαίτερα πνευματικό της περιεχόμενο, ας την ξαναδιαβάσουμε στην δική μας καθημερινή γλώσσα, ώστε να την κατανοήσουμε καλύτερα. Το ιερό κείμενο είναι παρμένο από τους πρώτους στίχους του δέκατου όγδοου κεφαλαίου, του Ευαγγελίου του Λουκά.

Γράφει λοιπόν, ο Άγιος Απόστολος και Ευαγγελιστής Λουκάς: «Είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή: “Δύο άνθρωποι ανέβηκαν στον ναό για να προσευχηθούν. Ο ένας ήταν Φαρισαίος κι ο άλλος τελώνης. Ο Φαρισαίος στάθηκε επιδεικτικά κι έκανε την εξής προσευχή σχετικά με τον εαυτό του: “Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ που εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους άρπαγας, άδικος, μοιχός ή και σαν αυτόν εδώ τον τελώνη. Εγώ νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα και δίνω στον ναό το δέκατο απ’ όλα τα εισοδήματά μου”. Ο τελώνης, αντίθετα, στεκόταν πολύ πίσω και δεν τολμούσε ούτε τα μάτια του να σηκώσει στον ουρανό. Χτυπούσε το στήθος του και έλεγε: “Θεέ μου, σπλαχνίσου με τον αμαρτωλό”. Σας βεβαιώνω πως αυτός έφυγε για το σπίτι του αθώος και συμφιλιωμένος με τον Θεό, ενώ ο άλλος όχι· γιατί όποιος υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί, κι όποιος τον ταπεινώνει θα υψωθεί”.» (Λουκά, κεφάλαιο 18, στίχοι 10-14).

Έχοντας φτάσει πλέον στο Τριώδιο και πλησιάζοντας σιγά σιγά η Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή, η Μητέρα μας Εκκλησία, αρχίζει να μας προετοιμάζει για την είσοδό μας σ’ αυτήν την περίοδο του έντονου πνευματικού αγώνα. Και το κάνει αυτό ζητώντας μας -μέσα από τα Αναγνώσματα αλλά και την υμνολογία των ημερών- να στρέψουμε την προσοχή μας από τα κοσμικά στα πνευματικά, από τα έξω στα έσω, από τα των άλλων στα δικά μας. Κι αυτό γιατί, αυτή η “αγία ενδοσκόπηση”, θα μας βοηθήσει να γνωρίσουμε καλύτερα τον εαυτό μας. Γιατί αυτό τελικά είναι το ζητούμενο και συνάμα η αρχή κάθε πιθανόν αναγκαίας βελτίωσής μας, να γνωρίσουμε τον εαυτό μας, να εντοπίσουμε τα λάθη και τις αδυναμίες μας, τα πάθη που πιθανόν φωλιάζουν μέσα στα βάθη της ψυχής μας και που στέκονται εμπόδιο στην πνευματική μας προκοπή και σωτηρία και έτσι να είναι ευκολότερο να τα θεραπεύσουμε.

Σ’ αυτή την ανάδειξη της αξίας της γνώσης του εαυτού μας, στοχεύει και το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα, η πολύ γνωστή σε όλους μας παραβολή του “Τελώνου και του Φαρισαίου”. Αναδεικνύει με τον ευγλωττότερο τρόπο, από τη μια, τα καταστροφικά αποτελέσματα της ενασχόλησής μας με τα έργα των άλλων και από την άλλη, τα ευεργετικά εκείνα της ειλικρινούς εξέτασης και πραγματικής γνώσης του εαυτού μας. Γιατί πράγματι αυτό συνέβη με τους δύο “πρωταγωνιστές” της παραβολής.

Ο ένας, Φαρισαίος, υπόδειγμα Ισραηλίτη ζηλευτό για τους ανθρώπους της εποχής του, ευσεβής, ακριβής εφαρμοστής του νόμου, με άμεμπτη ζωή, με άσκηση, με πιστή τήρηση των εντολών και των παραδόσεων. Κατορθώματα αναντίρρητα σπουδαία, που όμως αντί να γίνουν αιτίες για πνευματική πρόοδο και προκοπή, αποδείχθηκαν “χρυσαί πέδαι” που τον κρατούσαν δεμένο στον κόσμο, που κατά τα άλλα έκρινε και καταδίκαζε. Σε τέτοιο μάλιστα βαθμό, που τον οδήγησαν μέσα από την εγωιστική οπτική του να συγκρίνει τον εαυτό του με όλους τους άλλους ανθρώπους και να τον βρίσκει καλύτερο πάντων. Φτάνει μάλιστα στο σημείο με αχαλίνωτη υπερηφάνεια και αυτοθαυμασμό να απευθύνεται στο Θεό, ως ίσος προς ίσον, όχι για να ζητήσει το έλεός Του, αλλά για να Τον ευχαριστήσει για την φαντασμένη του τελειότητα, λέγοντας: “Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ που εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους άρπαγας, άδικος, μοιχός”.

Ο άλλος, Τελώνης, ένας άνθρωπος μισητός από τους συμπατριώτες του, παράδειγμα προς αποφυγή, βουτηγμένος στη συναλλαγή, την αδικία, την κλεψιά, την ηδονομανία, την υπηρέτηση της αμαρτίας. Άνθρωπος παραδομένος στα κοσμικά και χαμερπή, στα σαρκικά και ενστικτώδη, σε όσα υποβαθμίζουν την θεόπλαστη ανθρώπινη υπόστασή μας, αυτήν που τίμησε ο Δημιουργός με το “κατ᾿ εἰκόνα ... καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν” Του (Γεν. κεφ.1, στίχ. 26), αυτήν για την οποία έγραψε ο Απόστολος Παύλος, απευθυνόμενος δοξολογικά στο Θεό “ἠλάττωσας αὐτὸν βραχύ τι παρ᾿ ἀγγέλους, δόξῃ καὶ τιμῇ ἐστεφάνωσας αὐτόν”(Εβρ. κεφ.2, στίχ.7). Αυτήν που με τις εμπαθείς επιλογές του είχε εκούσια σκλαβώσει στην ανελέητη εξουσία του κακού. Ενός ανθρώπου, που το μέγεθος της προσωπικής του αποτυχίας αντικατοπτρίζεται στην αποδοκιμασία του από τους άλλους και που χαρακτηριστικά διαφαίνεται στα περιφρονητικά λόγια του συμπροσευχομένου του Φαρισαίου: “Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ που εγώ δεν είμαι ... σαν αυτόν εδώ τον τελώνη”. Ενός όμως ανθρώπου που σε αντίθεση με εκείνον, είχε απόλυτη επίγνωση και συναίσθηση της αμαρτωλότητάς του, γεγονός που δεν του επέτρεπε “ούτε τα μάτια του να σηκώσει στον ουρανό”, παρά μόνο “χτυπούσε το στήθος του και έλεγε: “Θεέ μου, σπλαχνίσου με τον αμαρτωλό”.

Και όλα αυτά, θα παρέμεναν απλές διαπιστώσεις περί των ευσεβών και αμαρτωλών ανθρώπων, της θέσης αλλά και της αξίας τους μέσα στον κόσμο, αν δεν έθετε στο τέλος της παραβολής ο Χριστός μας, τον παράγοντα “δικαιοσύνη του Θεού”. Έναν παράγοντα τόσο αφοπλιστικά καθοριστικό, (και που δυστυχώς οι περισσότεροι από εμάς, ενώ γνωρίζουμε και υποτίθεται αναμένουμε, εν τούτοις θεληματικά λησμονούμε ή απαξιώνουμε) που ανατρέπει την εικόνα των πρωταγωνιστών της, και που αντιστρέφει τελικά την “τύχη” τους στα μάτια των ακροατών Του. “Σας βεβαιώνω πως αυτός έφυγε για το σπίτι του αθώος και συμφιλιωμένος με τον Θεό, ενώ ο άλλος όχι·”, θα πει ο Κύριός μας και θα συμπληρώσει και τον λόγο αυτής της απροσδόκητης (για τα ειωθότα εκείνης της εποχής) ανατροπής: ”γιατί όποιος υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί, κι όποιος τον ταπεινώνει θα υψωθεί”.

Αυτή η εκούσια ταπείνωση, που σύμφωνα με τη διαβεβαίωση του Χριστού μας, μας αθωώνει -παρά τα όποια και όσα λάθη μας- στα μάτια του Θεού και μας συμφιλιώνει τελικά μαζί Του, έχει ως αφετηρία της, την στροφή της προσοχή μας από τον συνάνθρωπο, στον έσω άνθρωπο. Και συνεχίζει με την επιδίωξη της πραγματικής γνώσης του ίδιου μας του εαυτού, τη συναίσθηση της κατάστασής μας και σε πολλούς από εμάς και της αμαρτωλότητάς μας. Μόνο όταν εντοπίσουμε με το στίγμα μας μέσα στην αχαρτογράφητη θάλασσα της ύπαρξής μας, θα μπορέσουμε να αναπροσανατολιστούμε και να πλεύσουμε με σιγουριά και ασφάλεια προς τον κόλπο του Θεού Πατέρα μας.

Ας προσπαθήσουμε λοιπόν κι εμείς αδελφοί μου, παίρνοντας αφορμή από το παράδειγμα των δύο αυτών ανθρώπων της παραβολής, του μη γνωρίζοντος εαυτόν, “ευσεβούς” Φαρισαίου, και του γνωρίζοντος εαυτόν, αμαρτωλού Τελώνου, να ερευνήσουμε, να εντοπίσουμε και να γνωρίσουμε κι εμείς τελικά τον άνθρωπο που κρύβουμε μέσα μας. Και ποιος ξέρει; Αυτή η γνωριμία, μπορεί να είναι η σπουδαιότερη που θα κάνουμε στη ζωή μας, γιατί θα εξαρτηθεί από αυτήν η συμφιλίωσή μας με το Θεό. Αμήν.

Με αγάπη Χριστού.

«ο γραφέας»

Σχετικά Άρθρα