Στο νησί της Χάλκης βρέθηκε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στο πλαίσιο της επίσκεψής του στην Τουρκία.

Ο Ελληνας πρωθυπουργός επισκέφθηκε τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, και αφού ξεναγήθηκε, είχε συνάντηση με τον Οικουμενικό Πατριάρχη, Βαρθολομαίο. 

Μετά την ξενάγηση στη Θεολογική σχολή, ο ηγούμενος Χάλκης και Μητροπολίτης Προύσης, Ελπιδοφόρος Λαμπρινιάδης, δώρισε στον πρωθυπουργό έναν δίσκο με αφιέρωση και ένα βιβλίο που αφορά την επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχη στην Ουκρανία το 2008.

O πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας μετέβη στη Χάλκη με ένα πολυτελές σκάφος συνοδεία της τουρκικής ακτοφυλακής, με τα μέτρα ασφαλείας να είναι δρακόντεια.

Αμεσως μετά την Αγία Σοφία ο Αλέξης Τσίπρα εφτασε στη ΧάλκηΑμεσως μετά την Αγία Σοφία ο Αλέξης Τσίπρα εφτασε στη Χάλκη

Τη χαρά και τη συγκίνησή του που βρίσκεται σήμερα ιστορικό νησί της Χάλκης, εξέφρασε ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, κατά την επίσκεψή του στη Θεολογική Σχολή. 

Ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι είναι μία Σχολή, στην οποία φοίτησαν σπουδαίοι λόγιοι άνθρωποι, ορθόδοξοι θεολόγοι, ιερείς με σπουδαίες γνώσεις και πολύ σημαντική προσφορά, αλλά και μεγάλες προσωπικότητες, που αργότερα έγιναν σπουδαίοι ιεράρχες, αρκετοί εξ αυτών διετέλεσαν και στον πατριαρχικό θρόνο, μεταξύ των οποίων και ο σημερινός Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.

Ο κ. Τσίπρας ευχαρίστησε τον Οικουμενικό Πατριάρχη που τον ξενάγησε στους τόπους εκείνους που από μικρό παιδί, 15 ετών έφηβος, ήρθε από την Ίμβρο για να σπουδάσει. Όπως σημείωσε, είχε την ευκαιρία να μπει στις αίθουσες εκείνες που κάποτε υπήρχε διδασκαλία που σταμάτησε δυστυχώς από το 1971 και μετά, να ξεναγηθεί σε μία κιβωτό σοφίας και γνώσης, στον απίστευτο αυτό πλούτο που είναι η βιβλιοθήκη της Θεολογικής Σχολής, με πάνω από 100.000 βιβλία και να δει τη «μεγάλη και αξιόλογη προσπάθεια που καταβάλλεται, και με τη συνεισφορά της Βουλής των Ελλήνων, προκειμένου να καταγραφούν και να ψηφιοποιηθούν, για να είναι αντικείμενο ανάγνωσης και γνώσης όλης της Οικουμένης».

«Είναι μεγάλη η χαρά και η τιμή και η συγκίνηση για μένα που βρίσκομαι μαζί σας σήμερα, αισθανόμενος ότι περπατώ βήματα με ιστορικό βάρος», ανέφερε ο πρωθυπουργός.

Ο κ. Τσίπρας σημείωσε ότι είχε τη χαρά και την ευλογία να περιδιαβεί «σημαντικότατα μνημεία του Ελληνισμού, της Ορθοδοξίας, εδώ στην Κωνσταντινούπολη, μνημεία όμως της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, που ανήκουν πια σε όλη την ανθρωπότητα, οικουμενικά μνημεία».

«Όμως, δεν παραβλέπουμε το γεγονός ότι είναι μνημεία του Ελληνισμού, ενός Ελληνισμού και μιας ελληνικής κοινότητας, μιας ελληνικής και ορθόδοξης μειονότητας, εδώ στην Κωνσταντινούπολη, που πέρασε πολύ μεγάλες δυσκολίες. Πληγώθηκε, κυνηγήθηκε, αποδεκατίστηκε αλλά δεν έχασε τις ρίζες της. Μπορεί να μοιάζει σαν ένας κορμός δέντρου πληγωμένου, οι ρίζες όμως υπάρχουν, αναπνέουν είναι εδώ», πρόσθεσε.

«Το μήνυμα που θέλουμε να αναδείξουμε σήμερα εδώ, από τον ιστορικό αυτό τόπο, είναι ότι η επαναλειτουργία της Σχολής της Χάλκης δεν θα αποτελέσει αντικείμενο ή μήνυμα διχόνοιας ή διενέξεων, διαφοροποιήσεων ή διχασμών. Αλλά θα αποτελέσει ένα μήνυμα φιλίας, αλληλοκατανόησης και αδελφοσύνης ανάμεσα στους λαούς μας», υπογράμμισε ο κ. Τσίπρας.

«Πιστεύω βαθύτατα ότι οι θρησκείες, η πίστη στις διαφορετικές θρησκείες μας -μονοθεϊστικές θρησκείες που έχουν στο επίκεντρο τον άνθρωπο και άρα την αγάπη προς τον άνθρωπο και στον συνάνθρωπο, ανεξαρτήτως του πού και σε ποιον πιστεύει- τόσο οι θρησκείες όσο όμως και οι μειονότητες, η μουσουλμανική μειονότητα στην Ελλάδα και η ελληνική μειονότητα στην Τουρκία, πρέπει να αποτελούν όχι πεδίο διαμάχης και εντάσεων, αλλά γέφυρες ανάμεσα στους λαούς μας», ανέφερε εν συνεχεία ο πρωθυπουργός.

«Το λέω αυτό διότι δεν αποτελεί αντικείμενο διμερούς συμφωνίας, διαπραγμάτευσης, συναλλαγής ή ανταλλαγής, η αυτόβουλη υποχρέωση των κυβερνήσεών μας να προασπίζουν και να υπερασπίζουν τα συμφέροντα, τις διεκδικήσεις και τα δικαιώματα των μειονοτήτων σε καθεμιά χώρα ξεχωριστά», πρόσθεσε.

«Δεν έχουμε να αποδείξουμε τίποτα ο ένας στον άλλον, έχουμε να αποδείξουμε απέναντι στους εαυτούς μας, απέναντι στη διεθνή κοινότητα και απέναντι στις αρχές και τις αξίες που πρεσβεύουμε», υπογράμμισε ο Έλληνας πρωθυπουργός.

«Η σημερινή μέρα δίνει τα σωστά μηνύματα και αυτά θέλω να εκπέμψω. Υπάρχουν ζητήματα διαφωνίας ανάμεσα στις δύο κυβερνήσεις και τις δύο χώρες, που όμως μόνο μέσα από τον διάλογο και την καλή πρόθεση μπορούμε να τα επιλύσουμε», ανέφερε ο κ. Τσίπρας.

«Θέλω να παραδεχτώ ότι η τουρκική κυβέρνηση έκανε βήματα τα προηγούμενα χρόνια, ιδιαίτερα στο ζήτημα της περιουσίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ένα μεγάλο κομμάτι της οποίας επεστράφη και θέλω να πιστεύω ότι είμαστε κοντά σε εκείνη τη μέρα που αυτά τα βήματα θα γίνουν ακόμα σημαντικότερα» πρόσθεσε.

Ο κ. Τσίπρας σημείωσε πως θέλει να πιστεύει ότι «είμαστε κοντά σε εκείνη τη μέρα, που σε αυτές τις αίθουσες που με ξεναγήσατε θα υπάρξουν και πάλι χαρούμενα γέλια φοιτητών και μαθητών, που θα διδάσκονται από άξιους ανθρώπους για να γίνουν άξιοι κήρυκες της θεολογίας αλλά και της φιλίας και της αδελφοσύνης ανάμεσα στους λαούς μας».

Μαζι με τον Οικουμενικό Πατριάρχη ξεναγηθηκε στη θεολογική Σχολή

πηγή΅iefimerida.gr

Απορρίφθηκε το αίτημα να γίνει τζαμί η Αγιά Σοφιά. Το Συνταγματικό Δικαστήριο της Τουρκίας αποφάσισε να παραμείνει μουσείο.

Η Υπηρεσία Ιστορικών Μνημείων και Περιβάλλοντος είχε κάνει προσφυγή το 2015, αναφέροντας ότι η άρνηση του αιτήματος για μετατροπή σε τζαμί παραβιάζει τη θρησκευτική ελευθερία.

Η συγκεκριμένη Υπηρεσία είναι ιδιωτικός οργανισμός, που αρχικά το 2004 είχε ασκήσει πιέσεις στην κυβέρνηση για ανάληψη νομοθετικών πρωτοβουλιών προκειμένου η Αγία Σοφία να λειτουργήσει ως τέμενος.

Σε αυτές τις κινήσεις δεν ειχε βρει ανταπόκριση από την ηγεσία αλλά επέμεινε, προσφεύγοντας στο Συμβούλιο της Επικρατείας το 2005, που απέρριψε το αίτημά της.

Στη συνέχεια ακολούθησε η προσφυγή στο Συνταγματικό Δικαστήριο.

Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία μόνο κατ' όνομα υπήρχε τις παραμονές της Άλωσης.

Ήταν περιορισμένη, κυρίως, στην περιοχή γύρω από την Κωνσταντινούπολη και σε κάποιες σκόρπιες περιοχές, όπως το Δεσποτάτο του Μυστρά. Οι θρησκευτικές έριδες, οι εμφύλιες διαμάχες, οι σταυροφορίες, η επικράτηση του φεουδαρχισμού και η εμφάνιση πολλών και επικίνδυνων εχθρών στα σύνορά της είχαν καταστήσει την πάλαι ποτέ Αυτοκρατορία ένα «φάντασμα» του ένδοξου παρελθόντος της.

Το Βυζάντιο σ' εκείνη την κρίσιμη στιγμή της ιστορίας του με την οθωμανική λαίλαπα προ των πυλών του, δεν μπορούσε να ελπίζει παρά μόνο στη βοήθεια της καθολικής Ευρώπης, η οποία όμως ήταν μισητή στους κατοίκους της Κωνσταντινούλης. Η ύπαρξη «Ενωτικών» και «Ανθενωτικών» δίχαζε τους Βυζαντινούς. Ωστόσο, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έκανε μία απέλπιδα προσπάθεια, στέλνοντας πρεσβεία στον πάπα Νικόλαο Ε' για να ζητήσει βοήθεια. Ο Πάπας έβαλε και πάλι ως όρο την Ένωση των Εκκλησιών, αλλά αποδέχθηκε το αίτημα του αυτοκράτορα να στείλει στην Κωνσταντινούπολη ιερείς, προκειμένου να πείσουν τον λαό για την αναγκαιότητα της Ένωσης.

Οι απεσταλμένοι του Πάπα, καρδινάλιος Ισίδωρος και ο αρχιεπίσκοπος Μυτιλήνης Λεονάρδος, λειτούργησαν στην Αγία Σοφία, προκαλώντας την αντίδραση του κόσμου, που ξεχύθηκε στους δρόμους και γέμισε τις εκκλησίες, όπου λειτουργούσαν οι ανθενωτικοί με επικεφαλής τον μετέπειτα πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο. Το σύνθημα που κυριαρχούσε ήταν «Την γαρ Λατίνων ούτε βοήθειαν ούτε την ένωσιν χρήζομεν. Απέστω αφ' ημών η των αζύμων λατρεία».

Το μίσος για τους Λατίνους δεν απέρρεε μόνο από δογματικούς λόγους. Η λαϊκή ψυχή δεν είχε ξεχάσει τη βαρβαρότητα που επέδειξαν οι Σταυροφόροι στην Πρώτη Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204, ενώ αντιδρούσε στην οικονομική διείσδυση της Βενετίας και της Γένουας, που είχε φέρει στα πρόθυρα εξαθλίωσης τους κατοίκους της Αυτοκρατορίας, αλλά και στην καταπίεση των ορθοδόξων στις περιοχές, όπου κυριαρχούσαν οι καθολικοί.

Αντίθετα, οι Οθωμανοί φαίνεται ότι συμπεριφέρονταν καλύτερα προς τους χριστιανούς. Πολλοί χριστιανοί είχαν υψηλές θέσεις στην οθωμανική διοίκηση, ακόμη και στο στράτευμα, ενώ κυριαρχούσαν στο εμπόριο. Οι χωρικοί πλήρωναν λιγότερους φόρους και ζούσαν με ασφάλεια. Έτσι, στην Κωνσταντινούπολη είχε σχηματισθεί μία μερίδα που διέκειτο ευνοϊκά προς τους Οθωμανούς. Την παράταξη αυτή εξέφραζε ο Λουκάς Νοταράς με τη φράση «Κρειττότερον εστίν ειδέναι εν μέση τη πόλει φακιόλιον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν λατινικήν».

Από τις αρχές του 1453 ο Μωάμεθ προετοιμαζόταν για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Με έδρα την Ανδριανούπολη συγκρότησε στρατό 150.000 ανδρών και ναυτικό 400 πλοίων. Ξεχώριζε το πυροβολικό του, που ήταν ό,τι πιο σύγχρονο για εκείνη την εποχή και ιδιαίτερα το τεράστιο πολιορκητικό κανόνι, που είχαν φτιάξει Σάξωνες τεχνίτες. Στις 7 Απριλίου, ο σουλτάνος έστησε τη σκηνή του μπροστά από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού και κήρυξε επίσημα την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης.

Ο αγώνας ήταν άνισος για τους Βυζαντινούς, που είχαν να αντιπαρατάξουν μόλις 7.000 άνδρες, οι 2.000 από τους οποίους μισθοφόροι, κυρίως Ενετοί και Γενουάτες, ενώ στην Πόλη είχαν απομείνει περίπου 50.000 κάτοικοι με προβλήματα επισιτισμού.

Η Βασιλεύουσα περιβαλλόταν από ξηράς με διπλό τείχος και τάφρο. Το τείχος αυτό, που επί 1.000 χρόνια είχε βοηθήσει την Κωνσταντινούπολη να αποκρούσει νικηφόρα όλες τις επιθέσεις των εχθρών της, τώρα ήταν έρμαιο του πυροβολικού του σουλτάνου, που από τις 12 Απριλίου άρχισε καθημερινούς κανονιοβολισμούς.

Οι Τούρκοι προσπάθησαν πολλές φορές να σπάσουν την αλυσίδα που έφραζε τον Κεράτιο κόλπο και προστάτευε την ανατολική πλευρά της Κωνσταντινούπολης. Στις 20 Απριλίου ένας στολίσκος με εφόδια υπό τον πλοίαρχο Φλαντανελλά κατορθώνει να διασπάσει τον τουρκικό κλοιό μετά από φοβερή ναυμαχία και να εισέλθει στον Κεράτιο, αναπτερώνοντας τις ελπίδες των πολιορκούμενων.

Ο Μωάμεθ κατάλαβε αμέσως ότι μόνο το πυροβολικό του δεν έφθανε για την εκπόρθηση της Πόλης, εφόσον παρέμεινε απρόσβλητος ο Κεράτιος. Με τη βοήθεια ενός ιταλού μηχανικού κατασκεύασε δίολκο και τη νύχτα της 21ης προς την 22α Απριλίου, περίπου 70 πλοία σύρθηκαν από τον Βόσπορο προς τον Κεράτιο. Η κατάσταση για τους πολιορκούμενους έγινε πλέον απελπιστική, καθώς έπρεπε να αποσπάσουν δυνάμεις από τα τείχη για να προστατεύσουν την Πόλη από την πλευρά του Κεράτιου, όπου δεν υπήρχαν τείχη.

Η τελική έφοδος των Οθωμανών έγινε το πρωί της 29ης Μαΐου 1453. Κατά χιλιάδες οι στρατιώτες του Μωάμεθ εφόρμησαν στη σχεδόν ανυπεράσπιστη πόλη και την κατέλαβαν μέσα σε λίγες ώρες. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, που νωρίτερα απέκρουσε με υπερηφάνεια τις προτάσεις συνθηκολόγησης του Μωάμεθ, έπεσε ηρωικά μαχόμενος. Αφού έσφαξαν τους υπερασπιστές της Πόλης, οι Οθωμανοί Τούρκοι προέβησαν σε εκτεταμένες λεηλασίες και εξανδραποδισμούς. Το βράδυ, ο Μωάμεθ ο Πορθητής εισήλθε πανηγυρικά στην Αγία Σοφία και προσευχήθηκε στον Αλλάχ «αναβάς επί της Αγίας Τραπέζης», όπως αναφέρουν οι χρονικογράφοι της εποχής.

Πηγή: sansimera.gr

 

Σελίδα 2 από 2

Alexandriamou.gr
Δημοσιογραφική Ενημερωτική Ηλεκτρονική Εφημερίδα
Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας